4 Απριλίου 2013

Ανταπόκριση από το Παγκόσμιο Κοινωνικό Φόρουμ της Τυνησίας, 26-30 Μαρτίου 2013

Μολονότι πολλά μπορούν να βελτιωθούν στη διαδικασία, ο πλούτος του Φόρουμ βρίσκεται στην ανταλλαγή εμπειριών, αναλύσεων και πληροφοριών ανάμεσα σε ακτιβιστές που μάχονται ενάντια στην νεοφιλελεύθερη επέλαση στις 4 γωνιές του κόσμου.

Απρίλιος 2013

Στο Τούνεζι...

Η πρώτη εντύπωση από την Τύνιδα είναι μιας τυπικής αποικιακής πόλης, με μοντέρνα αρχιτεκτονική και μεγάλους εμπορικούς δρόμους που καταλήγουν σε σκοτεινούς παράδρομους όπου σταδιακά τα φθαρμένα αποικιακά κτίρια δίνουν τη θέση τους στην παραδοσιακή αρχιτεκτονική και σε λαβύρινθους από στενά σοκάκια και χαμόσπιτα ερμητικά απομονωμένα από τους δρόμους, αλλά ανοιχτά προς ζωντανές εσωτερικές αυλές, όπως είναι συνηθισμένο στις μουσουλμανικές χώρες. Ξαναγυρνώντας στο κέντρο της πόλης, ολόκληρα οικοδομικά τετράγωνα, εκεί που βρίσκονται πρεσβείες και υπουργεία, έιναι κλεισμένα με συρματόπλεγμα και φυλαγόμενα απο πάνοπλους φρουρούς, θυμίζοντας ότι αυτή η πόλη έχει πρόσφατα δεί μεγάλες συγκρούσεις.
 Η μεντίνα (παλιά πόλη) είναι ένα ταξίδι στην οικονομική ζωή της πόλης, όταν ξεφύγει κάποιος από τα μαγαζιά λαϊκής τέχνης που απευθύνονται στους τουρίστες, φτάνει στα μαγαζάκια που πουλάνε μαϊμούδες: παντελόνια, γυαλιά, καπέλα, ρολόγια με τα πολυπόθητα σύμβολα του παγκόσμιου καπιταλισμού, φτιαγμένα στην Κίνα για εκείνους τους καταναλωτές δεύτερης κατηγορίας που θέλουν να νιώσουν τη μαγική δύναμη των συμβόλων του καταναλωτισμού αλλά δεν έχουν το εισόδημα για να τα αποκτήσουν. Ακολουθούν μαγαζάκια από τεχνίτες και μικροπωλητές που πουλάνε κάθε είδος πρώτης ανάγκης, και μετά δαιδαλώδη παζάρια με πάγκους όπου μπορεί κάνεις να βρει μεταχειρισμένα ρούχα, παπούτσια, είδη σπιτιού. Και τέλος τα εργαστήρια των τεχνιτών που μπορούν να επισκευάσουν οτιδήποτε έχει φθαρεί ή χαλάσει, από τηλεοράσεις και παπούτσια μέχρι έπιπλα και ρούχα. Μια ενδιαφέρουσα μίξη δυτικού καταναλωτισμού και ινδικής “κουλτούρας της επισκευής”, όπου δεν υπάρχει η έννοια “αυτό είναι για πέταμα”, αλλά τα αντικείμενα επισκευάζονται, ξαναεπισκευάζονται και διαρκούν. 

Αραβική Άνοιξη

Οι άραβες ακτιβιστές μιλάνε με πικρία για τις “προδομένες επαναστάσεις” του 2011. Στην Αίγυπτο η εξέγερση ήταν μια πολύ αυθεντική έκφραση της δυσαρέσκειας του κόσμου με τις ακραίες κοινωνικές ανισότητες, την καταστολή, τον συντηρητισμό. Η επανάσταση χαρακτηρίστηκε από έντονους ταξικούς αγώνες, απεργίες, μετωπική σύγκρουση με το καθεστώς και μια υποδειγματική αυτοοργάνωση της καθημερινότητας με επίκεντρο την πλατεία Ταχρίρ. Οι ισλαμιστές της “Ισλαμικής Αδελφότητας” ενώθηκαν με τους διαδηλωτές της πλατείας Ταχρίρ πολύ αργότερα, όταν σιγουρεύτηκαν ότι η διαμαρτυρία έχει δύναμη και διάρκεια και ότι δεν διακυβεύεται η θέση τους μέσω της συμμετοχής τους. Μέσω της δύναμης κινητοποίησης και χρηματοδότησης που έχουν ως πολιτικό κόμμα κατάφεραν να οδηγήσουν την διαμαρτυρία προς θρησκευτικά θέματα και να αφήσουν τους αρχικούς διαδηλωτές, με σοβαρά πολιτικά και κοινωνικά αιτήματα, στο περιθώριο. Με τις εκλογές, και με την συγκατάβαση του στρατού που κατέλαβε την εξουσία μετά την πτώση του Μουμπάρακ, έφτασαν στην κυβέρνηση και κατευθείαν ξεκίνησαν την παραχάραξη της ιστορίας της εξέγερσης και την καταδίωξη των πιο ριζοσπαστών αγωνιστών. Οι τελευταίοι απάντησαν με αυτοοργάνωση στις γειτονιές και στις κοινότητες, με δημιουργία συνελεύσεων γειτονιάς και δικτύων διανομής τροφίμων και ενέργειας. Σε μερικές περιοχές, όπως στο Πόρτ Σάιντ, οι νέες συγκρούσεις γέννησαν σύντομα αλλά γενικευμένα πειράματα αυτοδιεύθυνσης μετά την εγκατάλειψη της πόλης από τις αρχές. Κομμάτι των διαδηλωτών στράφηκε και στο εκλογικό παιχνίδι, δημιουργώντας ένα μέτωπο αριστερών ομάδων και κομμάτων, τη “Σοσιαλιστική Λαϊκή Συμμαχία”, στην οποία σύμφωνα με κάποιους συμμετέχοντες συνυπάρχουν αρμονικά από αναρχικοί μέχρι σταλινικοί. 
Δυστυχώς, πολλές από τις συνελεύσεις γειτονιών έφτασαν να ελέγχονται από στελέχη της Ισλαμικής Αδελφότητας, και έτσι στράφηκαν προς ισλαμιστικά/συντηρητικά αιτήματα και σταδιακά διαλύθηκαν ή ενσωματώθηκαν στις δομές του κυβερνώντος κόμματος. Η επανάσταση ωστόσο παραμένει ζωντανή, αφού η Αίγυπτος βρίσκεται σχεδόν σε καθεστώς εμφυλίου πολέμου χαμηλής έντασης, με την Ισλαμιστική κυβέρνηση και τους Σαλαφιστές (βίαιοι μουσουλμάνοι φασίστες) συμμάχους της από τη μία, και ένα πλήθος από οργανώσεις, συνελεύσεις, κόμματα και άτομα με γνήσια κοινωνικά και πολιτικά αιτήματα από την άλλη. Παρά τον τεράστιο φόρο αίματος, οι λαϊκοί και εργατικοί αγώνες έχουν δεχτεί μεγάλες ήττες, αφού η Αίγυπτος βρίσκεται παγιδευμένη στα νύχια του ΔΝΤ, και, όπως και στην Ελλάδα, μία κατά μέτωπο επίθεση στα εργασιακά, πολιτικά, κοινωνικά δικαιώματα είναι η προϋπόθεση για την έγκριση των δανείων.
Στην Τυνησία η ιστορία είναι παρόμοια, με την πρόσθετη λεπτομέρεια ότι ο ηγέτης του “Λαϊκού Μετώπου”, του εκλογικού συνασπισμού αριστερών ομάδων που προέκυψαν από την επανάσταση του 2011, δολοφονήθηκε με μια σφαίρα στο κεφάλι πριν από ένα μήνα, πιθανότατα από μισθοφόρους του κυβερνώντος ισλαμιστικού κόμματος.

Το 13ο Παγκόσμιο Κοινωνικό Φόρουμ

Το Φόρουμ έγινε στο τεράστιο campus του πανεπιστημίου της Τύνιδας, τρεις μέρες με 100 παράλληλες εκδηλώσεις ανά πάσα στιγμή, 1100 σύνολο, οργανωμένες με εντελώς αποκεντρωμένο τρόπο από ένα πλήθος οργανώσεων από όλο τον πλανήτη. Οπλισμένοι με ένα πρόγραμμα σε μέγεθος εφημερίδας και ένα κακοσχεδιασμένο χάρτη, οι 60.000 συμμετέχοντες πρέπει πολλές φορές να περπατήσουν μέχρι και μισή ώρα για να πάνε από τη μία εκδήλωση στην άλλη, με κίνδυνο πάντα να μην την βρούνε. Στο δρόμο προσπερνάνε ένα ατέλειωτο πανηγύρι από πάγκους εκατοντάδων οργανώσεων, μαγαζάκια που πουλάν χειροτεχνίες, σουβενίρ, βιβλία και φαγητό.
Μέρος του πανηγυριού είναι και κάποιες μαζικές “συνελεύσεις”, χωρίς συγκεκριμένο περιεχόμενο αλλά με πολύ σπορ και θέαμα. Σε μία από αυτές κάποιοι Μαροκινοί ανέβηκαν στο πάνελ για να επιτεθούν στους κάτοικους της Δυτικής Σαχάρας, που μάχονται για την ανεξαρτησία τους από το Μαρόκο. Οι αντιφάσεις του Φόρουμ ήταν προφανείς, αφού δεν υπήρχε καμία συνολική συνοχή ανάμεσα στα κινήματα που συμμετείχαν. Κοινότητες που υπερασπίζονται την γη τους και τα τοπικά τους συστήματα διακυβέρνησης είχαν τις συναντήσεις τους δίπλα σε οργανώσεις που προωθούν την συμμετοχή των γυναικών στις κυβερνήσεις των αραβικών χωρών. Κινήματα ριζοσπαστικού συνεργατισμού και κοινοτικής αυτάρκειας συνυπάρχουν με κινήματα που ζητάν περισσότερες δουλειές για τους απόφοιτους πανεπιστημίων. Το Φόρουμ είναι τόσο μεγάλο που η εμπειρία του καθενός από τους συμμετέχοντες είναι εντελώς διαφορετική, και κανείς δεν μπορεί να έχει μία συνολική εικόνα των εκδηλώσεων. Αν κάποιος είναι πολύ συγκεντρωμένος και παραγωγικός, μπορεί να συμμετέχει το ανώτατο σε 10 από τις 1100 εκδηλώσεις. Αυτό σημαίνει ότι ο καθένας παρακολουθεί αυτά που τον ενδιαφέρουν, και τελικά όλοι φεύγουν ευχαριστημένοι. Δεν υπάρχει κάποιος χώρος στον οποίο αντικρουόμενες απόψεις και οπτικές θα έρθουν σε επαφή και συζήτηση.

Παγκόσμιες αντιστάσεις

Μέσα στα στενά όρια του “δικού μου” φόρουμ, λοιπόν, το πιο ελπιδοφόρο μήνυμα ήρθε από τις συνελεύσεις του παγκόσμιου κινήματος κατά του “εξορυκτισμού” και των μεταλλείων. Η ίδια ιστορία που βιώνουμε στις Σκουριές επαναλαμβάνεται σε εκατοντάδες γωνιές του πλανήτη: Ένα μεταλλείο δημιουργείται με την συνέργεια των ντόπιων πολιτικών, κάποιοι από τον πληθυσμό δελεάζονται από την υπόσχεση της εργασίας, αλλά οι περισσότεροι παλεύουν για το αυτονόητο, για την προστασία της γης και του νερού για τα παιδιά τους. Το μήνυμα ήταν ελπιδοφόρο γιατί όλοι όσοι μίλησαν, από Φινλανδούς μέχρι Νοτιοαφρικανούς και από Βενεζουελάνους μέχρι Ινδούς, τόνισαν ότι το πρόβλημα δεν είναι αφηρημένα οικολογικό, αλλά πολιτικό: Σε ποιόν ανήκει η γη; Ποιος έχει δικαίωμα να πάρει αποφάσεις που θα επηρεάσουν την τοπική κοινωνία και τις επόμενες γενιές; Φαίνεται ότι αυτές οι συγκρούσεις πετυχαίνουν να δημιουργήσουν “μαχόμενες” υποκειμενικότητες που καταφέρνουν σε μεγάλο βαθμό να συνδέσουν την αντίσταση στα σχέδια του παγκόσμιου καπιταλισμού με τον αγώνα των τοπικών κοινωνιών για αυτοδιάθεση.
Από αυτές τις συναντήσεις βγήκαν πολλές αποφάσεις για κοινές δράσεις, για στενότερη επαφή και συνεννόηση με συνδικάτα, αλλά και για μία πιο σταθερή δικτύωση που θα οδηγήσει σε μία “χαρτογράφηση” των συγκρούσεων και των αγώνων ενάντια σε εξορυκτικά σχέδια. Στους διαδρόμους έξω από τις αίθουσες έγιναν πολλές επαφές που μπορούν να βοηθήσουν στην δικτύωση και τη διεθνή προβολή των τοπικών αγώνων.
Όσον αφορά τις συνελεύσεις του παγκόσμιου κινήματος για την υπεράσπιση του νερού, τα συμπεράσματα είναι παρόμοια. Το κίνημα δρα αυτή τη στιγμή σε δύο άξονες: Πρώτον, στον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών ώστε να αναγνωριστεί το ανθρώπινο δικαίωμα στο νερό (rights-based approach, προσέγγιση βασιζόμενη στα δικαιώματα) και να δημιουργηθεί πίεση στα εθνικά κράτη από τα πάνω, και δεύτερον στα τοπικά συστήματα διαχείρισης των υδάτινων πόρων και των υπηρεσιών ύδρευσης (commons-based approach, προσέγγιση βασιζόμενη στα κοινά) όπου οι ίδιοι οι χρήστες θα πάρουν τον έλεγχο αυτού του κοινωνικού αγαθού. Το ανάχωμα λοιπόν στην ιδιωτικοποίηση δεν είναι πλέον το κράτος (αφού λόγω του σφιχτού εναγκαλισμού του με το διεθνές κεφάλαιο δεν είναι παρά ένα εκτελεστικό όργανο αποφάσεων που παίρνονται πίσω από κλειστές πόρτες) αλλά η τοπική κοινωνία, μέσα από τους θεσμούς που να επιτρέπουν συμμετοχή και εγγύτητα (τοπικές κοινότητες, δήμοι, συνεταιρισμοί, κτλ). Είναι αυτό που κωδικοποιείται στη γλώσσα του διεθνούς κινήματος ως “δημοκρατία στο νερό”.
Το Φόρουμ εμπλουτίστηκε αυτή τη φορά με τα κινήματα που το 2011 κατέλαβαν τις πλατείες σε πολλές χώρες. Η πλατφόρμα Global Square είναι μία απόπειρα δικτύωσης και κοινής δράσης αυτών των κινημάτων, με τα πιο δραστήρια μέλη της προερχόμενα από την Ισπανία, τη Βρετανία και τις Ηνωμένες Πολιτείες. Κανένας συμμετέχοντας από Ελλάδα. Για τις εκδηλώσεις τους κατά τη διάρκεια του Φόρουμ διάλεξαν τη σκιά ενός μεγάλου δέντρου, και συγκέντρωσαν μερικές δεκάδες συμμετέχοντες. Οι εκδηλώσεις τους είχαν την ίδια πολυσυλλεκτικότητα, έλλειψη κατεύθυνσης και συνοχής που χαρακτήριζαν και τις αυθεντικές πλατείες του 2011, αλλά ήταν αδύνατο και να μείνει κανείς ασυγκίνητος από τον ενθουσιασμό και τη φρεσκάδα τους, όπως και από την διάθεση τους να συμπεριλάβουν τους πάντες στη συζήτηση, να συνθέσουν απόψεις και να δημιουργήσουν ατμόσφαιρα εμπιστοσύνης και αισιοδοξίας. Όλοι γνώριζαν πολύ καλά τον αγώνα της Βιο.Με. Και ήθελαν να ακούσουν λεπτομέρειες και νέα. 

Η εξέγερση των 5 αστέρων

60 ακτιβιστές από όλο τον κόσμο, αλλά κυρίως από τη Λατινική Αμερική, ήμασταν προσκεκλημένοι της Βραζιλιάνικης ομάδας GRAP (Ομάδα Αναστοχασμού και Στήριξης). Η ομάδα δημιουργήθηκε από τους οργανωτές των πρώτων συναντήσεων του Παγκόσμιου Φόρουμ στο Πόρτο Αλέγκρε, με σκοπό να δώσουν μια “συνέχεια” και στήριξη στο εγχείρημα. Η δραστηριότητα, με γλώσσα εργασίας τα Ισπανικά, είχε πολύ ενδιαφέρον, ήταν μια άσκηση πάνω σε μία πρακτική χαρτογράφηση των αγώνων σε όλο τον κόσμο, τόσο εννοιολογικά όσο και γεωγραφικά, ακολουθώντας 4 ευρείες θεματικές: εξορυκτισμός και προστασία των κοινών, γνώση και τεχνολογία, το σώμα ως πεδίο αγώνα, και ή σχέση των κινημάτων του 21ου αιωνα με τον δημόσιο χώρο. Το εύρος και η φιλοδοξία της δραστηριότητας, αλλά και οι εσωτερικές τους τριβές με αφορμή την οικονομική τους εξάρτηση από το Βραζιλιάνικο κεφάλαιο, έκαναν τους διοργανωτές να φαίνονται κουρασμένοι πριν ξεκινήσει καλά καλά το Φόρουμ. Η κατάσταση επιδεινώθηκε όταν οι 60 άνθρωποι, άγνωστοι οι περισσότεροι μεταξύ μας, φτάσαμε στην Τύνιδα και συνειδητοποιήσαμε ότι το γκρουπ φιλοξενείται στο πιο exclusive πεντάστερο ξενοδοχείο της πόλης, ανάμεσα σε κουστουμαρισμένους μπίζνεσμαν και Σαουδάραβες με χοντρά πούρα. Η δικαιολογία για αυτό ήταν ότι ήταν το μόνο ξενοδοχείο που είχε διαθέσιμα δωμάτια για τόσα άτομα. Η γκρίνια και η κριτική άρχισε πρώτα σε μικρά πηγαδάκια και όσο γνωριζόμασταν μεταξύ μας άρχισε να παίρνει διαστάσεις. Κορυφώθηκε την τελευταία μέρα, όταν 2 γορίλες του ξενοδοχείου εμπόδισαν την Μόνικα, από τους Indignados της Μαδρίτης, που γνώρισε κάποιους Τυνήσιους ακτιβιστές, από το να τους πάει στο δωμάτιο της για να τους πάρει συνέντευξη. Παραλίγο να γίνει σύρραξη ανάμεσα στην ορυώμενη Ισπανίδα και 5-6 ακόμα φιλοξενούμενους, από τη μία, και από την άλλη το προσωπικό του ξενοδοχείου που είχε ήδη σιχαθεί αυτούς του χίπιδες που είχαν καταλάβει το μέρος και χαλούσαν την καλή του εικόνα. Μετά βέβαια έγινε γνωστό ότι υπάρχει συγκεκριμένος νόμος που απαγορεύει στους Τυνήσιους υπηκόους να βρίσκονται σε ξενοδοχεία με άτομο του αντίθετου φύλλου με το οποίο δεν είναι παντρεμένοι/ες. Δηλαδή το επεισόδιο θα μπορούσε να είχε γίνει σε οποιοδήποτε ξενοδοχείο, αλλά η Μόνικα και η παρέα τα είχαν μαζεμένα και τα εκτόνωσαν εκεί. Όταν ο διευθυντής του ξενοδοχείου απείλησε να φωνάξει την αστυνομία, οι Τυνήσιοι εξαφανίστηκαν. Κάτι θα ξέρουνε.

Μπραζίλ! (ή πως να απολαύσετε τα αγαθά του καπιταλισμού χωρίς να χάσετε από τα μάτια σας το στρατηγικό όραμα της αταξικής κοινωνίας )

Μεγάλο μέρος του κοινωνικού φόρουμ, συμπεριλαμβανόμενης της δραστηριότητας στην οποία συμμετείχα, χρηματοδοτείται από την βραζιλιάνικη “αριστερή” κυβέρνηση και την εθνική πετρελαιοβιομηχανία Petrobras. Το παγκόσμιο κοινωνικό φόρουμ κάθε δεύτερο χρόνο συνεχίζει να γίνεται στο Porto Alegre, όπου και ξεκίνησε υπό την αιγίδα του Partido dos Trabalhadores, στην εξουσία εδώ και μια δεκαετία. Ωστόσο η “θεσμική” παρουσία της βραζιλιάνικης κυβέρνησης περιορίζεται σε δυο εκδηλώσεις οργανωμένες από το Partido Communista do Brasil, που συμμετέχει στην κυβέρνηση. Και στις εκδηλώσεις για το θέμα του “εξορυκτισμου”, η βραζιλιάνικη κυβέρνηση και η Petrobras γίνονται αντικείμενο σκληρής κριτικής από τα κατά τόπους κινήματα ενάντια στα μεγάλα έργα. Οι Bραζιλιάνοι ακτιβιστές που ρωτάω για το θέμα μου εξηγούν ότι πρόκειται για μια άβολη συμβίωση, αφού για την βραζιλιάνικη κυβέρνηση είναι απλά θέμα “γοήτρου” (αλλά και “αριστερού” προφίλ) η χρηματοδότηση του Φόρουμ, αλλά και για τα κοινωνικά κινήματα είναι ξεκάθαρο ότι η οικονομική εξάρτηση τους από τον “εχθρό” είναι προβληματική. Όπως σε πολλά άλλα κινήματα της Λατινικής Αμερικής (Αργεντινή, Βενεζουέλα), αυτή η κατάσταση προκαλεί τριβές: Υπάρχουν αυτοί που λένε ότι θα πρέπει να κόψουν κάθε οικονομικό πάρε-δώσε με την κυβέρνηση, με κίνδυνο βέβαια να περιορίσουν πολύ τη δραστηριότητά τους, αλλά και αυτοί που απαντάνε ότι αυτά τα χρήματα τα έχουν παράξει οι ίδιοι οι εργαζόμενοι με την εργασία και τους φόρους τους, ότι τους ανήκουν δικαιωματικά και ότι από την στιγμή που ή κυβέρνηση δεν μπορεί μέσω της χρηματοδότησης να επηρεάσει το περιεχόμενο των δραστηριοτήτων τους, δεν υπάρχει πρόβλημα.
Η Βραζιλιάνικη είναι μια υποδειγματική περίπτωση “αριστερής” λατινοαμερικάνικης κυβέρνησης που άλλαξε τα πάντα για να μην αλλάξει τίποτα. Διατηρεί την εξουσία της λόγω της τεράστιας υποστήριξης που έχει από τους εξαθλιωμένους κατοίκους των παραγκουπόλεων, αφού έχει εγκαθιδρύσει ένα είδος “κοινωνικού μισθού” για περίπου 35 εκατομμύρια ανθρώπους (επίδομα σε φτωχές οικογένειες με παιδιά, εξασφάλιση κατώτατης επικουρικής σύνταξης), τον οποίο στηρίζει με χρήμα από το πετρέλαιο, ενώ ταυτόχρονα έχει διατηρήσει ανέγγιχτες τις ακραίες κοινωνικές ανισότητες, τις διακρίσεις με βάση τη φυλή, την τάξη και το κοινωνικό φύλο και την πολιτική κυριαρχία μιας μικρής ελίτ που έχει τις καταβολές της στην αποικιοκρατία. Ταυτόχρονα προωθεί μια νεοιμπεριαλιστική ηγεμονία στην Νότια Αμερική, μεταμφιεσμένη σε αριστερή “πρόοδο” και “ανάπτυξη”. Το μοντέλο στηρίζεται στην επέκταση του “εξορυκτισμού” (ορυκτά μέταλλα, πετρέλαιο) και στην προώθηση τεράστιων έργων σε όλη την ήπειρο (αυτοκινητόδρομοι, φράγματα) τα οποία χρηματοδοτούνται από την Βραζιλιάνικη Τράπεζα Ανάπτυξης (BNDES), κατασκευάζονται από Βραζιλιάνικες κατασκευαστικές, και συναντάνε τη σθεναρή αντίσταση των τοπικών πληθυσμών, πολλοί από τους οποίους παρευρίσκονται στο Παγκόσμιο Κοινωνικό Φόρουμ, σε εκδηλώσεις χρηματοδοτημένες από αυτούς, για να καταγγείλουν τις πρακτικές τους. Ως κοινωνικά κινήματα είμαστε συνηθισμένοι να ζούμε με τις αντιφάσεις μας. Που θα βάλουμε την κόκκινη γραμμή;

Το μελλον του Φόρουμ

Η διείσδυση κομμάτων και εταιριών στο Παγκόσμιο Κοινωνικό Φόρουμ δεν είναι κάτι καινούριο, αυτό δεν του έχει απαγορεύσει να είναι μια πολύ σημαντική συνάντηση για μαχόμενα κινήματα και οργανώσεις βάσης, ιδιαίτερα από τον Παγκόσμιο Νότο. Σίγουρα από άποψη περιεχομένου δέν έχουν γίνει παραχωρήσεις, αφού από το πρόγραμμα διαφαίνεται ότι ορθώνεται αντίλογος στον κυρίαρχο λόγο του καπιταλισμού: στον “εξορυκτισμό” (extractivism, ή την αλόγιστη μετατροπή της φύσης σε εμπόρευμα εις βάρος του περιβάλλοντος και των τοπικών κοινωνιών), στην “πράσινη ανάπτυξη”, στο χρέος, στον πόλεμο, στην ιδιωτικοποίηση και τις περιφράξεις, κτλ.
Το να κριτικάρει κανείς το Φόρουμ δεν είναι κάτι πρωτότυπο, όλοι το κάνουν. Στις 2 (τουλάχιστον) συνελεύσεις που οργανώθηκαν για να γίνει κριτική στη διαδικασία και να εξερευνηθεί το μέλλον της, οι αίθουσες ήταν κατάμεστες και οι συμμετέχοντες διαγωνίζονταν για το ποιος θα κάνει την πιο ριζοσπαστική και βαθιά κριτική. Ανεξάρτητα, περίπου 40 αναρχικοί της Τύνιδας κατέλαβαν ένα κτίριο μέσα στο κάμπους και οργάνωσαν την αντίσταση στο Φόρουμ (η οποία όμως δέν κατάφερε να πάρει μορφή Αντι-Φόρουμ, δηλαδή συνεύρεσης και συζήτησης, και έμεινε σε επίπεδο συνθηματολογίας), και επίσης έκαναν μία πορεία μέσα στο χώρο του Φόρουμ με μαυροκόκκινες φωνάζοντας “Forum mundial, forum capital!”. Το ενδιαφέρον είναι ότι ο περισσότερος κόσμος συμφωνούσε μαζί τους και τους επευφημούσε.
Το Παγκόσμιο Κοινωνικό Φόρουμ σίγουρα θα μπορούσε να κάνει με λιγότερους σπόνσορες, και θα μπορούσε να μη χρησιμεύει για να ξεπλένει την εικόνα “προοδευτικών” κυβερνήσεων. Είναι όμως μια πολύ αποκεντρωμένη και πολυσυλλεκτική διαδικασία στην οποία κανένας φορέας δεν μπορεί να έχει συνολικό έλεγχο. Αυτό ίσως έχει και τα αρνητικά του, όπως φάνηκε από την παρουσία αραβικών ισλαμιστικών και εθνικιστικών οργανώσεων στο φετινό Φόρουμ.
Ο πλούτος του Φόρουμ βρίσκεται στην ανταλλαγή εμπειριών, αναλύσεων και πληροφοριών ανάμεσα σε ακτιβιστές που μάχονται ενάντια στην καπιταλιστική επέλαση στις 4 γωνιές του κόσμου. Αυτή η αλληλεπίδραση, που γίνεται περισσότερο στους “διαδρόμους” του Φόρουμ παρά στις αίθουσες -αφού λόγω γλωσσικών και χρονικών περιορισμών οι περισσότερες εκδηλώσεις παραμένουν περιγραφικές και δεν επιτρέπουν ουσιαστική συζήτηση- πολύ συχνά οδηγεί σε ευρεία δικτύωση και συντονισμό δράσεων ανάμεσα σε κινήματα απομακρυσμένα γεωγραφικά, που μάχονται όμως ένα κοινό εχθρό. Είναι πολύ δυνατή εμπειρία για τους συμμετέχοντες και απαιτεί συγκέντρωση και αντοχή. Όπως είπε και ένας νεαρός Τυνήσιος ακτιβιστής σε μία από τις συνελεύσεις κριτικής στο Φόρουμ, “μπορεί να υπάρχουν πολλά που μπορούν να βελτιωθούν στη διαδικασία, αλλά εγώ σίγουρα δεν είμαι ο ίδιος που ήμουν πριν από 3 μέρες.”